Ο καλπασμός των Πρωθυπουργών
Πέρασαν μερικές μέρες από τον καλπασμό του κ. Μητσοτάκη στο αεροπλανοφόρο Αϊζενχάουερ κι αξίζει μετά τη σκόνη που έπεσε να «ξεσκονίσουμε» το τοπίο και να δούμε τι πραγματικά σήμαινε η επίσκεψη του Πρωθυπουργού σε ένα ακόμη “σύμβολο” της εμπλοκής της χώρας μας στα επικίνδυνα πολεμικά σχέδια των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Το πρώτο κρατούμενο είναι ότι το αμερικανικό αεροπλανοφόρο πριν ελλιμενιστεί στη Σούδα, συμμετείχε σε κοινές ασκήσεις με το Τούρκικο Πολεμικό Ναυτικό στην Ανατολική Μεσόγειο. Κατά συνέπεια δεν συνιστά «αντίβαρο» στην τουρκική προκλητικότητα, αφού αυτή εκδηλώνεται και με τις ευρωατλαντικές πλάτες.
Το δεύτερο κρατούμενο είναι οι ίδιες οι δηλώσεις του Κ. Μητσοτάκη σε ότι αφορά τους «δεσμούς» μας με τις ΗΠΑ. «Αυτή την εβδομάδα, είπε ο Πρωθυπουργός, καθώς εορτάζουμε τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης σκεφτόμαστε τους δεσμούς που μας ενώνουν με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεσμοί οι οποίοι δεν είναι μόνο κοινωνικοί, πολιτικοί, οικονομικοί, είναι πρωτίστως δεσμοί αξιακοί…….η στρατιωτική συνεργασία Ηνωμένων Πολιτειών – Ελλάδος βρίσκεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα».
Αμέσως ήρθε στο μυαλό μας αντίστοιχη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα ως Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ το 2018 στην οποία τόνιζε: «Μας συνδέει – σημ. με τις ΗΠΑ- μια ισχυρή στρατηγική σχέση αλλά και αγώνες για κοινές αξίες σε σημαντικές στιγμές της ιστορίας . Από τον αγώνα για την ανεξαρτησία ενάντια στην αποικιοκρατία και την διακήρυξη της ανεξαρτησίας. Μέχρι τους αγώνες για την κατάργηση της δουλείας με τη σφραγίδα του Προέδρου Λίνκολν….
…..Είμαι βέβαιος ότι η φετινή διοργάνωση, συνέχισε ο κ. Τσίπρας, και η ξεχωριστή θέση των ΗΠΑ σε αυτήν θα είναι ευκαιρία για τη σύσφιξη των πολιτιστικών αλλά και οικονομικών μας σχέσεων….η μεγάλη, η εντυπωσιακή αποστολή σας εδώ σήμερα το αποδεικνύει. Και εύχομαι αυτή η συμμετοχή να είναι το έναυσμα για ακόμη στενότερη συνεργασία».
Αυτός ακριβώς ο «στρατηγικός διάλογος» και η στρατιωτική συνεργασία με τις ΗΠΑ, που προωθήθηκαν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και αναβαθμίζονται από την κυβέρνηση της ΝΔ, δεν αποτελούν παράγοντα ασφάλειας και ειρήνης για τον λαό μας. Πολύ δε περισσότερο συνιστούν άμεση εμπλοκή της χώρας μας στα τυχοδιωκτικά σχέδια των ΗΠΑ και των «μετώπων» που έχουν ανοίξει στην Νοτιανατολική Μεσόγειο.
Αυτό το τελευταίο έρχεται να υπογραμμίσει δοκίμιο που δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης «Foreign Affairs» με τίτλο «Γιατί πρέπει να επιστρέψουν τα πυρηνικά όπλα στην Ελλάδα». Αφού σημειώνονται στο δοκίμιο τα «πλεονεκτήματα» της χώρας μας έναντι της Τουρκίας για την εγκατάσταση πυρηνικών κεφαλών τονίζεται ότι «μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα γίνεται στόχος πυρηνικής επίθεσης από τη Ρωσία. Αυτή η υπόθεση είναι μη ουσιώδης διότι παραβλέπει το πραγματικό γεγονός ότι η Ελλάδα είναι σε κάθε περίπτωση άμεσος στόχος στην ακραία περίπτωση ενός πυρηνικού πολέμου. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:
— Πρώτον, η Ελλάδα είναι μέλος του ΝΑΤΟ, άρα και φυσικός στόχος στην ακραία περίπτωση μιας θερμοπυρηνικής ανταλλαγής μεταξύ ΝΑΤΟ – Ρωσίας.
— Δεύτερον, η ναυτική βάση της Σούδας μπορεί να φιλοξενήσει οποιαδήποτε στιγμή πυρηνικά αεροσκάφη τύπου B-2 Spirit, αεροπλανοφόρα που φέρουν πυρηνικά όπλα, καθώς και πυρηνικά υποβρύχια. Συνεπώς, ακόμη και αν η Ελλάδα δεν φιλοξενεί πυρηνικά όπλα είναι στόχος επίθεσης (counterforce attack)», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι αρθρογράφοι.
Τα συμπεράσματα δικά σας.