Είμαι ο/η… και είμαι ΚΕΘΕΑ!
Το ΚΕΘΕΑ τέσσερις δεκαετίες τώρα απεξαρτητοποίησε εκατοντάδες χρήστες μέσω των «στεγνών» του προγραμμάτων, έφερνε ξανά την ελπίδα στις οικογένειές τους. Μια προσφορά ανεκτίμητη, αποτέλεσμα του θεραπευτικού μοντέλου και της φιλοσοφίας του.
Ο χρήστης αντιμετωπίζεται ως ενεργό κοινωνικό ον, που για διάφορους λόγους, ατομικούς, κοινωνικούς, ψυχολογικούς, πολιτισμικούς κ.ά., όταν ήρθε σε επαφή με τις ουσίες σε μια συγκεκριμένη κοινωνικοπολιτική στιγμή, «ανακάλυψε» διέξοδο και ανακούφιση από τις δυσκολίες και τα προβλήματά του. Αυτά τα προβλήματά του χρήστη όχι μόνο δεν επιλύονται, αλλά μεγαλώνουν εξαιτίας και της χρήσης, οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο εξάρτησης, από τον οποίο δεν μπορεί να δραπετεύσει χωρίς ψυχοκοινωνικές αλλαγές που ο ίδιος χρειάζεται να μάθει να πραγματοποιεί στη ζωή του. Αυτήν τη δυνατότητα μπορεί να την παρέχει το πλαίσιο της Θεραπευτικής Κοινότητας.
Σε αυτήν κυριαρχούν οι ιδέες της αλλαγής – προσωπικής και κοινωνικής – και της συλλογικής προσπάθειας για την επίτευξη του κοινού σκοπού. Οι αξίες της αλληλεγγύης και του αλληλοσεβασμού, η εμπιστοσύνη στις απεριόριστες δυνατότητες του ανθρώπου όταν αυτός εξελιχθεί σε ένα κοινωνικό πλαίσιο που θα θέσει στο επίκεντρο τον ίδιο και τις ανάγκες του, η υποταγή του «εγώ» στο «εμείς» και, μέσω αυτής, η σύνδεση της προσωπικής εξέλιξης με την εξέλιξη της ομάδας και τη δυνατότητά της να αλληλεπιδρά ενεργητικά με το περιβάλλον, με αποτέλεσμα την ανάδειξη μιας νέας ταυτότητας.
Η αποχή από τη χρήση, ενώ είναι προϋπόθεση της θεραπευτικής διαδικασίας, δεν αποτελεί αυτοσκοπό της. Προκύπτει ως αποτέλεσμα της σύνδεσης του ατόμου με την ανθρώπινη υπόσταση, την οποία προσδίδει το κοινωνικό σχετίζεσθαι, δείχνοντας γιατί η τοξικοεξάρτηση είναι μια ακραία μορφή αλλοτρίωσης, όπου το άτομο χάνει το βασικό χαρακτηριστικό του, την κοινωνική του υπόσταση.
Αυτή ακριβώς η φιλοσοφία του ΚΕΘΕΑ μπήκε στο στόχαστρο της κυβέρνησης το 2019 με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που κατήργησε το αυτοδιοίκητό του και ως φυσική συνέπεια ήρθε τώρα ο νέος Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας που βάζει στο στόχαστρο τη στεγνή απεξάρτηση και ανοίγει το δρόμο για την ιδιωτικοποίησή της.
Η κερδοφορία θέτει τους όρους για νομιμοποίηση των ναρκωτικών, στοχεύει στη μεγαλύτερη διείσδυση ιδιωτικών κεφαλαίων στην απεξάρτηση, διαχειρίζεται την τοξικοεξάρτηση με μοναδικό γνώμονα τη «λειτουργικότητα» του χρήστη. Δεν επιδιώκεται η πλήρης απεξάρτηση και κοινωνική επανένταξη του πρώην εξαρτημένου για λόγους οικονομικούς (κόστος – όφελος) και κατασταλτικούς, αφού ο εξαρτημένος είναι και πιο εύκολα χειραγωγήσιμος.
Υλοποιήθηκε και στην Ελλάδα πολύ γρήγορα αυτό που πλέον προαγόταν και από την Ευρωπαϊκή Ενωση: Ο χρήστης ξανάγινε «ασθενής» και η εξάρτηση απέκτησε τον πιο εκλεπτυσμένο ορισμό της «αυτοπροκαλούμενης χρόνιας υποτροπιάζουσας νόσου του εγκεφάλου» που αποκρύπτει τις αιτίες της εξάρτησης και εστιάζει επιλεκτικά μόνο στη βιολογική διάσταση του φαινομένου.
Με κυρίαρχη την ιδεολογία της ιατρικοποίησης ενός πολυπαραγοντικού κοινωνικού φαινομένου, τα Κέντρα Πρόληψης ποτέ δεν ενισχύθηκαν, ενώ τα «στεγνά» προγράμματα κατηγορήθηκαν ως «ελιτίστικα». Προκρίθηκε η «μείωση της βλάβης» και η διαχείριση – συντήρηση του προβλήματος με άμβλυνση των πιο οξειών συνεπειών του, κατεύθυνση που ενισχύθηκε από την ένταση και έκταση που έπαιρναν η χρήση και η εξάρτηση την περίοδο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.
Η ιστορία και του ΚΕΘΕΑ είναι διδακτική στις τέσσερις δεκαετίες λειτουργίας του. Τη Θεραπευτική Κοινότητα, από κυρίαρχη θεραπευτική μέθοδο στο χώρο της απεξάρτησης και στη χώρα μας, θέλουν να τη μετατρέψουν σε μία περιθωριακή πρόταση, ακολουθώντας σε πολλές περιπτώσεις και τα διεθνή δεδομένα, που έχουν υλοποιήσει τόσο νεοφιλελεύθερες όσο και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις.