Ρεβέκκα

Ρεβέκκα

 Προδομένη πατρίδα  από πατρίκιους  τύραννους, τους πληβείους πατάς σαν σκουπίδια στην άμμο,

κι όσους γέννησες δάσκαλους τους  χλευάζεις, υψώνοντας τα κουρέλια, που έμειναν χάμω.

 

Τι κι αν είπες, κι αν άκουσες, για εξεγέρσεις και μάγισσες, στεγνό βάζεις κι απόψε κοστούμι

και σαν άλλοτε δίνεσαι στους αφέντες, προδίδεσαι , τρέχεις έντρομη μες στο λαγούμι.

 

Η κραυγή μας σιωπή, κυβερνάει η φυγή, ένας κόσμος  παράδεισος μοιρασμένος για δέκα,

κράτησε με σφικτά, δως μου χίλια φιλιά, μη φερθείς και εσύ σαν Ρεβέκκα.

 

Τρέχουμε όλοι μας, τρέχουμε, την τιμή σου να σώσουμε μα σκοτάδι τα πάντα σκεπάζει,

μόνη ελπίδα για τ΄ αύριο, το φρικτό, το μακάβριο, το στιλέτο που ακόμα χαράζει.

 

Κι αν ο ήλιος ανέτειλε, πίστη μέσα μας έχουμε, πως ετούτος ο κόσμος θα αλλάξει.

Σήκω πάνω μην κάθεσαι, πίσω  τ’ άδικο άφησε, η αυγή και για μας θα χαράξει.

Comments are closed.